fbpx

Τι άλλαξε στα ελληνοτουρκικά;

Τι άλλαξε στα ελληνοτουρκικά; 1323 744 Σέρμπος Σωτήρης

Εναν χρόνο νωρίτερα ο Τούρκος Πρόεδρος, απευθυνόμενος σε αποφοίτους στρατιωτικής ακαδημίας, ανέφερε τα εξής σχετικά με την Ελλάδα και την κυβέρνησή της: «Είναι μια πραγματικότητα ότι ο γείτονάς μας στο Αιγαίο πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά δεν βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο μαζί μας. Γι’ αυτό στους στρατηγικούς υπολογισμούς της Τουρκίας έχει τη θέση που του αναλογεί. Ελπίζω ότι ο ελληνικός λαός θα δώσει το μήνυμα και το μάθημα μέσω της δημοκρατικής οδού στους κυβερνώντες του που τρέχουν πίσω από περιπέτειες, οι οποίες θα φέρουν ένα καταστροφικό για τον ίδιο τέλος».

Ο εξωτερικός παρατηρητής, συνδυάζοντας πολιτική επικοινωνία με πολιτική ψυχολογία, πιθανόν να σημείωνε πως, ως ηγέτης που ενοχλήθηκε από το μάθημα δημόσιας διπλωματίας και συλλογικής αυτοπεποίθησης από τον Ελληνα πρωθυπουργό ενώπιον των μελών του αμερικανικού Κογκρέσου, προσπάθησε να ενεργοποιήσει το «φοβικό σύνδρομο». Από κοινού με τη διαπίστωση πως είναι ανώφελο για μια χώρα του μεγέθους της Ελλάδας να παλεύει να εξισορροπήσει τη νέα Τουρκία. Ως εκ τούτου, αντί να την αναβάλει, θα πρέπει να συμβιβαστεί με την ιδέα σχετικής δορυφοριοποίησής της. Προσερχόμενη μια ώρα αρχύτερα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Με επίδικο το εύρος μειωμένης και ελεγχόμενης κυριαρχίας που θα της αποδοθεί. Κατά την τουρκική πρόσληψη και με το βλέμμα στραμμένο στην εσφαλμένη προσέγγιση ορισμένων κύκλων περί δραματικής υποχώρησης της Δύσης, θα αποτελούσε μάλιστα ευκαιρία για την Ελλάδα. Προκειμένου να αποτάξει από πάνω της την ιδιότητα «λακέ» της Δύσης και να προτρέξει στην ίδια. Ετσι ώστε οι δύο χώρες, ενώνοντας δυνάμεις, να συν-κυριαρχήσουν στην ανατολική Μεσόγειο.

Σε μια δεύτερη ανάγνωση, διακρίνεται η βαθύτερη ενόχληση έναντι των ταχύτατων, για τα ελληνικά δεδομένα, πολιτικών αποφάσεων θωράκισης της εθνικής άμυνας, αλλά και της προσαρμοσμένης περιφερειακής στρατηγικής εκ μέρους των ΗΠΑ για μια επωφελέστερη ισορροπία δυνάμεων. Αναγνωρίζοντας τους κινδύνους μιας επεκτατικής Τουρκίας. Εξέλιξη που θα συνεπαγόταν μεγαλύτερη έως υπερβολική εξάρτηση από την τελευταία και μάλιστα σε γεωγραφικές ζώνες με δυτικό πρόσημο και ανανεωμένο -ειδικά μετά τη ρωσική εισβολή- γεωπολιτικό ενδιαφέρον. Η εκτελούμενη αρχιτεκτονική ασφαλείας αποδέχεται την παραχώρηση χώρου στις ισχυρότερες χώρες κάθε περιφέρειας, με στόχο να αλληλοεξουδετερώνουν την ισχύ τους προς μια σχετική σταθερότητα.

Επιπλέον, η ουσιαστικότερη μεταψυχροπολεμική αναβάθμιση της Ελλάδας από τη Δύση κάθε άλλο παρά συνεπάγεται το «ξεπούλημα» που ανερυθρίαστα αναμασούν περιφερόμενοι εθνολαϊκιστές, διότι πολύ απλά αποτελεί βασικό παράγοντα της ισορροπίας δυνάμεων στην ανατολική Μεσόγειο, ακριβώς και ως ανασχετικός παράγοντας της Τουρκίας. Γι’ αυτό και παραμένει ορατή διά γυμνού οφθαλμού η εμμονή των εύπλαστων «πατριωτών» στην παρουσίαση της πραγματικότητας αντεστραμμένης. Ενεργοποιώντας το θυμικό εν μέσω δηλητηριασμένων ή ισοπεδωτικών αφηγημάτων που απευθύνονται στις βαθύτερες ενορμήσεις των πολιτών. Ευσύνοπτα, δεν είναι η πατρίδα που λεηλατείται, αλλά η επαγωγική σκέψη των ψηφοφόρων τους.

Αυτό που, μεταξύ άλλων, εντέχνως αποκρύπτουν προς άγραν ψήφων είναι πως στην προδήλως ανταγωνιστική, μεταβαλλόμενη και άναρχη διεθνή αρένα δεν μπορεί η Ελλάδα να μοχλεύσει ασκώντας κριτική από την εξέδρα. Πρέπει να σου επιτραπεί να συμμετέχεις στο παιχνίδι προτού καταφέρεις να το κερδίσεις. Αυτή είναι η ευκαιρία που η Δύση της προσφέρει. Να εισέλθει στο γήπεδο. Αξιώνοντας τη συνιδιοκτησία του εγχειρήματος διά του συγχρονισμού (εθνικών με ευρωατλαντικών) συμφερόντων. Δοκιμάζοντας τα όρια της ενεργητικής της ευθύνης και εστιάζοντας σε αυτό που σήμερα αναζητούμε ως Δυτικοί, δηλαδή «to think big».

Εν προκειμένω, η ηγεσία διαδραματίζει ουσιώδη ρόλο. Αδραξε την ευκαιρία προχωρώντας σε αλλαγή παραδείγματος και ομολογία πίστης. Οχι μόνο διότι με συναίσθηση τίμησε την ιστορική διαδρομή του Ελληνισμού, αλλά και γιατί συνέλαβε το παρόν για να ελευθερώσει το μέλλον του. Οσοι το αντελήφθησαν, έλαβαν και κεφαλαιοποίησαν καθαρές και αξιόπιστες θέσεις. Προκειμένου να διαπραγματεύονται ενεργητικά και απαιτητικά. Εχοντας, όμως, πρώτα αποδεχθεί την πραγματική θέση της χώρας από κοινού με την αληθινή της κατάσταση και τους αντικειμενικούς για εκείνη περιορισμούς. Πιστώνονται και ρευστοποιούν, τόσο διεθνοπολιτικά όσο και με όρους εκλογικής συμπεριφοράς, την επιστροφή της εξωστρεφούς Ελλάδας σε μια πορεία μετρήσιμης ανάκτησης της απολεσθείσας κοινωνικής αξιοπρέπειας και της υπονομευμένης εθνικής αξιοπιστίας.

Το κυριότερο, δεν ταλαιπωρούνται από ημιμάθεια, αμφιθυμία και αλλοίωση πολιτικού αισθητηρίου. Απέναντι σε αθεράπευτες ψευδαισθήσεις με κοντά πόδια στο εσωτερικό και πήλινα στο εξωτερικό. Συμπερασματικά, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα ανωτέρω, είναι σαφές πως η πρόσληψη της Ελλάδας δεν έχει αλλάξει μόνο από την πλευρά της Δύσης αλλά και από τον ίδιο τον Τούρκο Πρόεδρο. Εντέλει, αυτή είναι η πραγματικότητα. Καθιστώντας την επόμενη συνάντηση με τον Ελληνα πρωθυπουργό περισσότερο από ποτέ για τον ίδιο αναπάντεχα ενδιαφέρουσα. Διαφορετικός ναι, υποδεέστερος όχι.

Οι ευρωεκλογές επηρεάζουν την ζωή όλων μας!