fbpx

Τα μάτια μας στη μεγάλη εικόνα

Τα μάτια μας στη μεγάλη εικόνα 1323 744 Σέρμπος Σωτήρης

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν αιωρούνται στο κενό, αλλά παραμένουν απόλυτα συνδεδεμένες με τη μεγάλη εικόνα των σχέσεων Δύσης – Τουρκίας. Να μην το λησμονούμε. Μερικά χρόνια νωρίτερα, με τη χώρα μας χρεωκοπημένη και στο ναδίρ της αξιοπιστίας της, η Τουρκία δεν τόλμησε το βήμα παραπέρα. Αυτό δεν οφείλεται στις πολύωρες συζητήσεις του κ. Τσίπρα με τον κ. Ερντογάν, αλλά στην ανησυχία του τελευταίου ως προς τις συνέπειες από τη Δύση. Αρκετά διορατικός ώστε να μη χτυπήσει μια (δυτική) χώρα αδύναμη και γονατισμένη, αφήνοντας για αργότερα μια καλύτερη, ίσως και αναίμακτη ευκαιρία με την ελπίδα πως το λαβωμένο κλοτσοσκούφι θα αναγκαστεί στο τέλος να συνθηκολογήσει μαζί του.

Να, όμως, που τελευταία χρόνια η ανθεκτική Ελληνική Δημοκρατία στάθηκε στα πόδια της. Αποκατέστησε την αξιοπιστία και την εξωστρέφειά της, άδραξε τις ευκαιρίες διεθνοπολιτικά και τέλος κινήθηκε ταχύτατα στο σκέλος της εσωτερικής εξισορρόπησης. Αντιθέτως, την ίδια περίοδο, η τουρκική αξιοπιστία ταλαιπωρείτο από συνεχείς (δυτικές) υποβαθμίσεις. Εκ παραλλήλου με την οικονομία σε εκτροχιασμό (βασικό τροφοδότη της αμυντικής της βιομηχανίας) και το επιπλέον κόστος από τον καταστροφικό σεισμό, η προσπάθεια επαναπροσέγγισης με τη Δύση ήταν απόλυτα προβλέψιμη.

Εκεί οφείλεται η τακτική αναδίπλωση του κ. Ερντογάν, η οποία του επιβλήθηκε και δεν την επέλεξε συνειδητά, αποδεικνύοντας πως, όταν απαιτείται, παραμένει ένας δεινός πραγματιστής. Ασφαλώς και η σχετική του επαναπροσέγγιση διατηρεί στο ακέραιο το συναλλακτικό της πρόσημο (επανεξισορρόπηση τουρκικής οικονομίας, εξασφάλιση οπλικών συστημάτων, εκσυγχρονισμός τελωνειακής ένωσης με την Ε.Ε.). Σε αυτή τη φάση δεν υπήρχε εναλλακτική για τον Τούρκο Πρόεδρο από τη διατήρηση της αποκλιμάκωσης και την εκκίνηση μιας διαδικασίας σταδιακής εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Αν και μη νομικά δεσμευτική, η Διακήρυξη των Αθηνών επισφραγίζει αυτή την προσέγγιση. Η εξομάλυνση είναι κάτι διαφορετικό από την ουσιαστική βελτίωση των διμερών σχέσεων. Η τελευταία προϋποθέτει μια αλλαγή παραδείγματος από την πλευρά της τουρκικής στρατηγικής και σθεναρή εκλογίκευση της αντίληψης περί του ρόλου που διεκδικεί σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο. Δεν υπάρχουν ενδείξεις προς αυτή την κατεύθυνση.

Η συνέντευξη του Τούρκου Προέδρου την παραμονή της επίσκεψής του επιβεβαιώνει πως για ένα διάστημα απλώς επέλεξε να «σηκώσει χειρόφρενο», έχοντας προηγουμένως δοκιμάσει στα ελληνοτουρκικά τα όρια και τις αντοχές της στρατηγικής του αυτονόμησης έναντι της Δύσης. Αν οι δύο χώρες έπαιζαν τένις, το τελευταίο σετ το κέρδισε η Αθήνα, με την Τουρκία να αναγνωρίζει πως οι περιττοί κίνδυνοι που ανέλαβε έναντι της Ελλάδας δεν της απέφεραν κέρδη, παρά μόνο ζημιές, με αποτέλεσμα, σε αυτή τη συγκυρία, η Αγκυρα να μην αισθάνεται το ίδιο ισχυρή έναντι της Αθήνας. Κλονίστηκε η αυτοπεποίθηση του κ. Ερντογάν. Παράλληλα, το Ουκρανικό και η άστοχη τακτική της πρώτης συνέβαλαν στην ουσιαστικότερη αναβάθμιση της Ελλάδας από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Η χώρα αναδείχθηκε σε βασικό παράγοντα της αρχιτεκτονικής ασφαλείας και της ισορροπίας δυνάμεων στην ανατολική Μεσόγειο, ακριβώς και ως παράγοντας ανάσχεσης της Τουρκίας. Αυτονόητο πως είναι αυτή η πολιτική που θα πρέπει να διατηρηθεί και να ενισχυθεί. Με την Αθήνα να παραμένει ενεργητική, αξιόπιστη και αρκούντως διεκδικητική έναντι των διατλαντικών συμμάχων της. Ειδικά στο επίδικο της ισορροπίας δυνάμεων σε αέρα και θάλασσα. Ετσι ώστε, για όσο διάστημα η Τουρκία δεν αλλάζει μυαλά, η Ελλάδα να διατηρεί αμυντικό και τεχνολογικό πλεονέκτημα. Η γεωπολιτική μας έχει προς ώρας ευνοήσει, αλλά πρωτίστως στην Ευρώπη τα οικονομικά συμφέροντα (βλ. γερμανικά υποβρύχια) εξακολουθούν να διατηρούν το ειδικό τους βάρος.

Λαμβάνοντας υπόψη το τουρκικό υβριδικό μοντέλο διακυβέρνησης, καλό είναι τα μηνύματα να μεταφέρονται απευθείας και αδιαμεσολάβητα. Εκκινώντας από τη μεγάλη εικόνα και την περιφερειακή της αντανάκλαση, σωστά ο κ. Μητσοτάκης επιδιώκει όχι διάλογο για τον διάλογο αλλά μια συνεννόηση με τον κ. Ερντογάν, με σκοπό τη διαχείριση των διαφωνιών και διατηρώντας ενεργή τη διαδικασία εκλογίκευσης της Τουρκίας. Mε δικλείδες ασφαλείας έτσι ώστε σε περίπτωση που η διαδικασία καταρρεύσει, να μη χρεωθεί η Ελλάδα τον μουτζούρη, αλλά να εκτεθεί εκ νέου ο αναξιόπιστος ηγέτης της γειτονικής χώρας.

Συμπερασματικά, στο τελευταίο του βιβλίο ο Κίσινγκερ αναγνωρίζει πως είναι οι ηγέτες που αναλύουν τις πραγματικότητες πίσω από μια τρέχουσα κατάσταση, για να επιτύχουν το βέλτιστο δυνατό. Ισορροπώντας μεταξύ οράματος και ρίσκου και κρατώντας στο μυαλό τους πως η ιστορία διαρκεί περισσότερο από το στιγμιαίο πάθος.

Το λοιπόν, οι ηγεσίες μετράνε διότι είναι εκείνες που δοκιμάζονται ως προς την ικανότητά τους να ξεπερνούν τις συνθήκες που κληρονόμησαν, οδηγώντας τις κοινωνίες τους στα όρια του εφικτού. Με όραμα και αφοσίωση. Με χαρακτήρα και τόλμη. Για τον κ. Ερντογάν είναι η εκμετάλλευση των ανισορροπιών τους διεθνούς συστήματος και προδήλως η υπέρβαση της κληρονομιάς του Ατατούρκ. Για τον κ. Μητσοτάκη, η συνεπής αναζωογόνηση μιας χώρας που είχε πάψει να πιστεύει στον εαυτό της.

Υπό την ομπρέλα μιας Δύσης σε σχετική υποχώρηση, αναβλητικής και με ανησυχητικά λιγότερη πίστη στο υπόδειγμά της. Μπροστά σε ρήγματα και αβεβαιότητες, οι δαίμονες καραδοκούν – όχι μόνο εκτός, αλλά κυρίως εντός των τειχών. Εκεί, στη στροφή του δρόμου είναι που ξεπροβάλλουν οι κρίσιμες αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Με ζωηρό ενδιαφέρον τις αναμένουν και οι προσωρινά σταθμευμένοι, απανταχού αναθεωρητές. Ευελπιστώντας στην απόλυτη υποχώρησή της.

Οι ευρωεκλογές επηρεάζουν την ζωή όλων μας!